Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Το πρώτο πράγμα που κυκλοφορεί μες στα σκουπίδια είμαστε εμείς οι ίδιοι.
Με ακροβατικές κινήσεις στο ανύπαρκτο πεζοδρόμιο, με κομμένη την ανάσα από την μπόχα και με το αίσθημα της ταπείνωσης που η...πόλη προσφέρει γενναιόδωρα στην καθημερινότητά της.
Ενας πληθυσμός ανίκανος να αντιδράσει, κυνηγημένος απ' την ίδια τη ζωή του, πόλεις διαλυμένες, πόλεις που δεν είναι πόλεις.
Μέσα στο σκηνικό της κατάρρευσης, οι όγκοι των σκουπιδιών που πνίγουν τους δρόμους μοιάζουν με τα ιερογλυφικά της εξαθλίωσης.
Πριν κάτι χρόνια, όποτε τους έβλεπες μπροστά σου θύμωνες, αγανακτούσες, έλεγες δεν πάει άλλο. Μέχρι πριν κάτι χρόνια η βρώμα που ερχόταν να προστεθεί στην άλλη βρώμα, την καθημερινή, σου υπενθύμιζε τους αρχαϊσμούς της κοινωνίας μας, που θέλησε να γίνει σύγχρονη αλλά δεν τα κατάφερε ακόμη, τις χωματερές, τις μικρές ή τις μεγάλες μαφίες, περίμενες πως κάποτε κάτι θα γίνει, κάποτε το πρόβλημα θα λυθεί. Τώρα απλώς το υφίστασαι.
Τώρα τα σκουπίδια σε πνίγουν μαζί με την πολιτική παιδεία των συνδικαλιστών τους.
«Και τι σημασία έχει για τη δημόσια υγεία αν πληρωνόμαστε τα μεροκάματα τις μέρες της κατάληψης; Δεν κάνει διαφορά» έλεγε κάποιος τις προάλλες.
Μήπως η κοινωνική διαμαρτυρία αντλεί τα ηθικά της ερείσματα απ' το κόστος που αναγκάζεται να καταβάλει για να πετύχει τις διεκδικήσεις της; Ψιλά γράμματα εδώ που φτάσαμε.
Ψιλά γράμματα που κανείς δεν φρόντισε να τα διαβάσει, όταν όλοι μαζί υπογράφαμε το κοινωνικό συμβόλαιο της αναξιοπιστίας.
Και σήμερα που η διεκδίκηση δεν διαφέρει και πολύ απ' την εκδίκηση, κανείς δεν έχει χρόνο για να διαβάσει τα ψιλά. Η πολιτική τάξη δίδαξε στα παιδιά της, τους συνδικαλιστές, την κουτοπονηριά.
Και τι να σου κάνουν οι υπουργοί που ούτε στα γραφεία τους μπορούν να πάνε γιατί τελούν υπό κατάληψη; Μιλούν για κινδύνους στη δημόσια υγεία, για αυστηρές διατάξεις και ποινές.
Και όλοι ξέρουν, πως «η δημόσια υγεία» είναι το πρόσχημα, η πίσω πόρτα που θα τους φέρει στο γραφείο τους, μια και η μπροστινή είναι κλειστή, το ύστατο υπαρξιακό τους οχυρό. Κάτι πρέπει να δείξουν πως φροντίζουν κι αυτοί.
Οταν είσαι θαμμένος ώς τον λαιμό βλέπεις το φως του ήλιου και, σαν την ηρωίδα του Μπέκετ στο «Ω, οι ωραίες μέρες», αναφωνείς: «Να μια ακόμη θεϊκή μέρα».
Ακόμη μια θεϊκή μέρα ξημέρωσε χωρίς να μας φάνε οι αρουραίοι, ακόμη μια θεϊκή μέρα ξεκίνησε και ας χειροκροτήσουμε όλοι μαζί, γιατί μας έμειναν πέντε εκατοστά πεζοδρόμιο για να τρέξουμε πεζή για το ανύπαρκτο μεροκάματο, μια και σήμερα, καθότι η μέρα θεϊκή, δεν κυκλοφορούν ούτε απορριμματοφόρα ούτε και συγκοινωνίες.
Ας μη γελιόμαστε. Αυτό που κυκλοφορεί μες στα σκουπίδια είναι η παραλυσία μιας κοινωνίας, ημών των ιδίων, που έχασε τα αντανακλαστικά της.
Ακόμη και συμβολικά αν το πάρεις, η μπόχα που αναδίδεται από τις σκισμένες νάιλον σακούλες, από τα υπολείμματα των τροφών που σαπίζουν, δεν είναι τίποτε άλλο από την οσμή της νεκροφάνειας.
ΠΗΓΗ: tanea.gr