12 Ιουν 2011

ΓΝΩΜΗ: Η πλατεία και η Αριστερά. Του Παύλου Τσίμα


Μήπως έχουν κάποιο δίκιο κι εκείνοι που αγανακτούν µε τους «Αγανακτισµένους» στις πλατείες;
Πιθανόν, αλλά όχι επειδή στις πλατείες κυριαρχούν οι µούντζες, οι κρεµάλες, τα γηπεδικά συνθήµατα και η ισοπεδωτική αποδοκιµασία των πολιτικών. 
Σε µια χώρα όπου η πολιτική... αντιπαράθεση, δεκαετίες τώρα, κινείται στον αστερισµό του τσαµπουκαλεµένου φανατισµού και του µισαλλόδοξου κοµµατικού πατριωτισµού και όπου ο δηµόσιος διάλογος (από τηλεοράσεως) περνά απαρατήρητος, αν δεν είναι υστερικά φωνακλάδικος και υβριστικός, οι πλατείες µας µάραναν;

Ούτε επειδή, όπως συχνά λέγεται, η απαξιωτική απόρριψη της πολιτικής συνολικά, µε όρους ηθικού πανικού, είναι άδικη, επικίνδυνη ή ρέπει προς εκτροπή
Μπορεί να είναι, αλλά τι περιµέναµε, δηλαδή; Σε µια χώρα όπου ο ανταγωνισµός των κοµµάτων εξουσίας έχει βασικό όπλο την «ηθική απαξίωση» των αντιπάλων (µε ένα «κάτω οι κλέφτες» έκανε την έφοδό του προς την εξουσία ο Καραµανλής µετά το 2000, µε ένα «έξω οι κλέφτες» τον εκδικήθηκε και το ΠΑΣΟΚµετά το 2007) και όπου τον κρίσιµο χρόνο, όταν ο κόσµος εκτός συνόρων βοούσε για την επερχόµενη ελληνική χρεοκοπία εµείς, τα ελληνικά ΜΜΕ, είχαµε ως µοναδικό πεδίο ελέγχου µιας εγκληµατικά αµελούς κυβέρνησης το σκάνδαλο του Βατοπεδίου, πώς δικαιούται να εγκαλεί κανείς τους «Αγανακτισµένους» που µουντζώνουν, φωνάζουν «κλέφτες» και ζητούν «πίσω τα κλεµµένα» ή αναρωτιούνται «πού πήγαν τα λεφτά» (που δεν υπήρχαν, δανεικά ήταν);

∆εν έχουν δίκιο, νοµίζω, ούτε όσοι λένε ότι οι «Αγανακτισµένοι» δεν δικαιούνται να αγανακτούν, επειδή κι αυτοί αναµάρτητοι δεν είναι. Κανείς βέβαια, πλην των νηπίων, δεν είναι αθώος.
Ωστόσο, αυτή η καµπάνια συλλογικής ενοχοποίησης – όπου όλοι είµαστε λίγο ένοχοι, ώστε η αληθινή ευθύνη να εξαερώνεται – είναι και άδικη και βαθιά νοσηρή.

Οτι είναι άδικη είναι προφανές. Το χειρότερο, όµως, είναι ότι δεν παράγει συναίνεση για αλλαγή αλλά αναδίπλωση και παθητικότητα.
Και ότι, διά της «συλλογικής ενοχής», οι πολιτικές επιλογές, οι συνταγές εξόδου από την κρίση δεν εµφανίζονται ως επιλογές πολιτικής που υπόκεινται σε συζήτηση, κρίση ή αµφισβήτηση, αλλά ως «τιµωρίες» τις οποίες πρέπει να υποστούµε επειδή αµαρτήσαµε. Και έτσι, από τον χώρο της έλλογης πολιτικής µεταφερόµαστε στον κόσµο της θεολογίας, της µεταφυσικής ή των θεωριών συνωµοσίας.

Κυκλοφορεί επίσης µια θεωρία, σύµφωνα µε την οποία οι «Αγανακτισµένοι» εκπροσωπούν την αντίσταση µιας «παραδοσιακής» Ελλάδας, του κρατικοδίαιτου, πελατειακού και διεφθαρµένου παλιού κόσµου, που απειλείται από τις αλλαγές που φέρνουν η κρίση και το Μνηµόνιο. Και είναι αλήθεια, πως σε κάποιους τενόρους της «αγανάκτησης» ταιριάζει γάντι η περιγραφή.
Μα ούτε η σύνθεση του πλήθους στις πλατείες επιβεβαιώνει τη θεωρία. Ούτε η εµπειρία του περασµένου χρόνου επιβεβαιώνει την «καινοτόµα απειλή» του Μνηµονίου.
Ο χρόνος του Μνηµονίου αποδεικνύεται µέχρι στιγµής, δυστυχώς, ότι πλήττει και συρρικνώνει περισσότερο τον µικρό, δηµιουργικό και παραγωγικό πυρήνα της οικονοµίας παρά τον µεγάλο, λιπαρό, αντιπαραγωγικό της περίγυρο, που εξακολουθεί να αποτελεί τον βιότοπο των πολιτικών ελίτ.

Εχουν λοιπόν κάποιο δίκιο όσοι αγανακτούν µε τους «Αγανακτισµένους» και τις αυτοσχέδιες εξεγέρσεις στις πλατείες;
Εχουν µήπως δίκιο όταν παρατηρούν, ότι η «αγανάκτηση» παράγει µεν ένα σηµαντικό γεγονός, αλλά δεν περιέχει και το νόηµά του δεν δίνει απάντηση, διέξοδο, λύση στο συλλογικό µας δράµα;
Και ότι υπάρχει ο κίνδυνος, το νόηµα στην πλατεία να το δώσει, τελικά, κάποια αναπτερωµένη εκδοχή αυταρχικού, ακροδεξιού λαϊκισµού;

Προφανώς, έχουν δίκιο. Η «αγανάκτηση» – και όχι µόνο στις ελληνικές πλατείες – αναπληρώνει ένα κενό. Το κενό συγκροτηµένου κριτικού λόγου και πειστικού εναλλακτικού σχεδίου. Της Αριστεράς δηλαδή.

Τη δική της απουσία κραυγάζει η πλατεία. Και η δική της απουσία, η δική της αδυναµία να δώσει νόηµα, να προσφέρει πειστική εναλλακτική λύση µπορεί, πράγµατι, να παραδώσει την πλατεία στο πολιτικό σκοτάδι. Υπαρκτός είναι, νοµίζω, ο κίνδυνος.

Είναι όµως σωστό, να προβάλλουµε στους «Αγανακτισµένους», ως δική τους αδυναµία, την αδυναµία συγκρότησης ενός προοδευτικού πόλου, που µπορεί να συνθέτει την αγωνία ή την οργή σε έλλογο, εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο; 

ΠΗΓΗ: tanea.gr