Του Άγη Βερούτη
Η φορολόγηση στις σύγχρονες προοδευτικές κοινωνίες δεν έχει σκοπό να τιμωρήσει ή να βλάψει τον Πολίτη. Είναι ένα εργαλείο ανακατανομής πλούτου.
Η φορολόγηση στις σύγχρονες προοδευτικές κοινωνίες δεν έχει σκοπό να τιμωρήσει ή να βλάψει τον Πολίτη. Είναι ένα εργαλείο ανακατανομής πλούτου.
Σε παρελθόντα χρόνια, σε μοναρχικές ή ολιγαρχικές... κοινωνίες και σε περιόδους κατοχής ενός λαού από άλλον, οι φόροι αφαιρούσαν πλούτο από τους πολλούς για να τον συγκεντρώσουν στα χέρια ενός μονάρχη, λίγων φεουδαρχών, ή ενός έθνους κατακτητή, και γίνονταν μοχλός υπογεννητικότητας, καταπίεσης και βίας.
Στις δημοκρατικές οργανωμένες κοινωνίες η φορολόγηση είναι πρωταρχικό εργαλείο επιβολής της ισότητας των πολιτών, και των ίσων δικαιωμάτων του καθενός σε πρωταρχικά κοινωνικά αγαθά όπως η εθνική άμυνα, η ασφάλεια, η δικαιοσύνη, η παιδεία, η υγεία και η κοινωνική αλληλεγγύη.
Οι μοντέρνες οργανωμένες κοινωνίες διαθέτουν φορολογικό σύστημα που αφαιρεί πόρους από τους έχοντες με σκοπό να τους αναδιανείμει στους μη-έχοντες, ή να επενδύει σε έργα υποδομής και υπηρεσίες και ενέργειες για το κοινό καλό και την πρόοδο της κοινωνίας. Δημιουργώντας συνθήκες όπου μπορεί να ευδοκιμήσει ο πολίτης, να κάνει οικογένεια, να ζήσει με αξιοπρέπεια και να έχει τη δυνατότητα να προγραμματίσει το μέλλον του, η κοινωνία προοδεύει και βελτιώνεται.
Οι άμεσοι φόροι που επιβάλλει ένα κράτος συμβαδίζουν με τον πλούτο που διαθέτει και δημιουργεί ο καθένας. Είναι ένα ποσοστό του εισοδήματος ή του κεφαλαίου τους (ακίνητα, ρευστό, κ.λ.π.) και κατά παραδοχή είναι δίκαιοι φόροι γιατί είναι ανάλογοι με τον πλούτο του φορολογούμενου.
Στις δημοκρατικές οργανωμένες κοινωνίες η φορολόγηση είναι πρωταρχικό εργαλείο επιβολής της ισότητας των πολιτών, και των ίσων δικαιωμάτων του καθενός σε πρωταρχικά κοινωνικά αγαθά όπως η εθνική άμυνα, η ασφάλεια, η δικαιοσύνη, η παιδεία, η υγεία και η κοινωνική αλληλεγγύη.
Οι μοντέρνες οργανωμένες κοινωνίες διαθέτουν φορολογικό σύστημα που αφαιρεί πόρους από τους έχοντες με σκοπό να τους αναδιανείμει στους μη-έχοντες, ή να επενδύει σε έργα υποδομής και υπηρεσίες και ενέργειες για το κοινό καλό και την πρόοδο της κοινωνίας. Δημιουργώντας συνθήκες όπου μπορεί να ευδοκιμήσει ο πολίτης, να κάνει οικογένεια, να ζήσει με αξιοπρέπεια και να έχει τη δυνατότητα να προγραμματίσει το μέλλον του, η κοινωνία προοδεύει και βελτιώνεται.
Οι άμεσοι φόροι που επιβάλλει ένα κράτος συμβαδίζουν με τον πλούτο που διαθέτει και δημιουργεί ο καθένας. Είναι ένα ποσοστό του εισοδήματος ή του κεφαλαίου τους (ακίνητα, ρευστό, κ.λ.π.) και κατά παραδοχή είναι δίκαιοι φόροι γιατί είναι ανάλογοι με τον πλούτο του φορολογούμενου.
Βέβαια υπάρχει και ο άμεσος κεφαλικός φόρος που δεν είναι αναλογικός με τον πλούτο που διαθέτει ο φορολογούμενος, αλλά τέτοιοι φόροι καταλήγουν συνήθως στην πτώση των κυβερνήσεων που αποπειρώνται να τους επιβάλλουν. Ακόμη και η Θάτσερ στην κορυφή της ισχύος της σχεδόν έχασε τον έλεγχο της διακυβέρνησης όταν προσπάθησε να επιβάλλει τον κεφαλικό φόρο “Poll tax”.
Οι έμμεσοι φόροι που επιβάλλονται είναι ανεξάρτητοι από τον πλούτο που διαθέτει ο φορολογούμενος, και σχετίζονται με την κατανάλωση ειδών ή υπηρεσιών. Αν για παράδειγμα το γάλα έχει 13% Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, που τελικά πληρώνει ο καταναλωτής, και το παιδί του πλούσιου πίνει ένα μπουκάλι γάλα τη μέρα, ο φόρος είναι αμελητέος για εκείνον. Ο ίδιος όμως φόρος πληρώνεται και από τον άνεργο, για τον οποίο το κόστος για το ίδιο γάλα αντιπροσωπεύει υπολογίσιμο μέρος του εισοδήματός του.
Η ποσόστωση των άμεσων προς έμμεσων φόρων είναι μια δυναμική εξίσωση δικαίου, που αναδιανείμει την υπεραξία που δημιουργεί μια κοινωνία σε όλα τα μέλη της ή όχι. Όσο μεγαλύτερο το ποσοστό των άμεσων φόρων σε σχέση με τους συνολικούς φόρους, τόσο ισχυρότερο το αίσθημα δικαίου στην κοινωνία.
Σε αντιπαράθεση της ανεμπόδιστης συγκέντρωσης πλούτου από μια ισχυρή μειοψηφία, στις ανεπτυγμένες κοινωνίες η πλειοψηφία των “μέσων” πολιτών απολαμβάνει κρατικές υπηρεσίες υψηλότερης αξίας από τους φόρους που καταβάλλει. Οι πλουσιότεροι πολίτες μοιράζονται μεγαλύτερο μέρος των υπεραξιών που εισπράττουν, και του κεφαλαιακού πλούτου που έχουν συγκεντρώσει, με την κοινωνία που τους έδωσε τη δυνατότητα να δημιουργήσουν αυτόν τον πλούτο, εκμεταλλευόμενοι την ύπαρξή της, τη συνοχή της και την ευνομία της. Οι φτωχότεροι λαμβάνουν περισσότερα από όσα καλούνται να συνεισφέρουν.
Αυτός είναι ο σκοπός της φορολόγησης τουλάχιστον στη θεωρία, γιατί στην πράξη διαφέρει πρακτικά η φορολόγηση από χώρα σε χώρα, η ποσότης και οι πηγές των φορολογικών εσόδων που επιλέγονται, και ο τρόπος που χρησιμοποιούνται οι φορολογικοί πόροι που συλλέγει το κράτος.
Στη χώρα μας η φορολογία έχει γίνει φορέας απόκλισης της δημοκρατικής κοινωνικής δικαιοσύνης, και μέσον τιμωρίας των πολιτικά ανίσχυρων. Είναι ο τρόπος που το κράτος επιτυγχάνει να ψωφήσει “η κατσίκα του γείτονα”, των “όχι δικών μας παιδιών”. Το κράτος εξουθενώνει φορολογικά τον μικρομεσαίο, τον ιδιωτικό υπάλληλο, και τον συνταξιούχο, αφήνοντας τους πραγματικά πλούσιους σχεδόν χωρίς φορολογικά βάρη.
Σε άδικα φορολογικά καθεστώτα, ο τρόπος που αποφεύγεται η κοινωνική έκρηξη είναι να κάνει ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός τα στραβά μάτια στην φοροδιαφυγή, ώστε να δημιουργείται η ψευδαίσθηση στους φορολογικά υποτελείς, ότι αποκαθιστούν μερικώς την αδικία του συστήματος πληρώνοντας λιγότερο από όσο τους έχει ζητηθεί. Η αύξηση της αυστηρότητας είσπραξης άδικων φόρων οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε κοινωνική έκρηξη που κανένα μέσον καταστολής δεν μπορεί να περιορίσει. Η Ιστορία περιέχει άπειρα παραδείγματα επαναστάσεων με έναυσμα τις απόπειρες επιβολής αυστηρότητας σε άδικη ανισοβαρή φορολόγηση, από την εποχή της Μάχης του Μαραθώνα για τη μη απόδοση φόρων στους Πέρσες, των μικρασιατικών Περσικών Σατραπειών, μέχρι την Αμερικανική Επανάσταση του 1776 με αφορμή τον Φόρο του Τσαγιού, και πιο κοντά σε μας την Ελληνική Επανάσταση του 1821 με αφορμή την αυστηροποίηση είσπραξης του Χαρατσιού ή Φόρου της Δεκάτης.
Καθόλου τυχαίο δεν είναι ότι η θεωρητική καμπύλη ποσότητας φορολογικών εσόδων προς συντελεστή φορολόγησης, μετά από κάποιο σημείο (που ήδη έχουμε ξεπεράσει στην Ελλάδα) πέφτει αντί να ανεβαίνει, παρά το γεγονός ότι ο συντελεστής αυξάνεται. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα δίκαιο και εφαρμόσιμο φορολογικό καθεστώς, που να μην αφήνει σχεδόν αμέτοχο μεγάλο μέρος των οικονομικά ενεργών πολιτών και νομικών προσώπων όπως οι πολυεθνικές, και εξουθενώνει τον μικρομεσαίο, τον ιδιωτικό υπάλληλο, και τον συνταξιούχο, ενώ οι έμμεσοι φόροι κατακερματίζουν το πραγματικό εισόδημα της μεσαίας τάξης.
Η χρηματιστηριακή υπεραξία του κεφαλαίου, για παράδειγμα, στην χώρα μας δεν φορολογείται, όπως γίνεται σε όλες τις ανεπτυγμένες οικονομίες. Αν αυτό συνέβαινε π.χ. με έναν χαμηλό συντελεστή της τάξης του 20% επί των πραγματικών κερδών, τότε σημαντικότατο μέρος της απώλειας πλούτου που αφαιρέθηκε από τον Έλληνα μεσοαστό, θα μπορούσε να του επιστραφεί. Το κράτος μέσω της αξιοποίησης αυτών των κεφαλαιακών φόρων (που “χαρίστηκαν” στους θεσμικούς του εξωτερικού και μερικά λαμόγια), οι οποίοι κέρδισαν και εξήγαγαν τη μερίδα του λέοντος των απωλειών του μέσου Έλληνα από την κατάρρευση του Χ.Α.Α. το ‘99, θα μπορούσε να προσφέρει δωρεάν Υγεία και Παιδεία για τους πολίτες αντί για τον τραγέλαφο που σήμερα του πετάει ως ξεροκόμματο.
Όπως έχω γράψει πρόσφατα, η φορολογική ασυλία στους πολυεθνικούς κολοσσούς λαβώνει θανάσιμα την Ελληνική οικονομία από τότε που σταθεροποιήθηκε η ισοτιμία της Δραχμής με το ECU (“Δούλεψε να φας και κλέψε να ‘χεις”).
Η τεράστια φοροδιαφυγή από την άνω-μεσαία τάξη των “ευγενών” κλειστών και προστατευμένων επαγγελματιών, η αφορολόγητη τάξη των ευγενών τραγουδιστών και μαγαζιών της νύχτας, η διαφοροποίηση της αυτοτελούς φορολόγησης μέρους των εισοδημάτων δημοσίων υπαλλήλων και βουλευτών, η τεκμαρτή φορολόγηση για δεκαετίες των αυτοκινητιστών και πολλών άλλων με 600 ευρώ το χρόνο ασχέτως αν εισέπρατταν εκατοντάδες χιλιάδες από φορτηγά και βυτιοφόρα, δημιούργησαν τεράστιες ανισότητες στην κοινωνία.
Όσο για την ανώτερη τάξη και τους μεγαλοκεφαλαιούχους, στην Ελλάδα απολαμβάνουν καθεστώς φορολογικής ασυλίας. Λες και οι Έλληνες εφοπλιστές (στην συντριπτική πλειοψηφία τους γνήσιοι πατριώτες και πολλοί τους ευεργέτες με τεράστιο κοινωνικό έργο) θα είχαν θέμα να πληρώνουν 3%-4% φόρους επί των κερδών τους στην Ελλάδα, όταν οι εισηγμένοι στο Αμερικανικό χρηματιστήριο αποδίδουν ως και το δεκαπλάσιο σε φόρους στις ΗΠΑ!
Αν σε κάτι θα μας ζημιώνει η έλλειψη της δυνατότητας να τυπώνουμε το δικό μας νόμισμα, αυτό είναι στο ότι τώρα θα πρέπει το κράτος να ανακαλύπτει τους κατόχους κεφαλαιακών αξιών, να τους φορολογήσει, και να καταφέρει να εισπράξει και τους φόρους. Με την εκτύπωση νέου χρήματος το κράτος απλά διέβρωνε την αξία των κεφαλαίων στο βαθμό υποτίμησης που αναλογούσε στο νεοεκδοθέν χρήμα, ενώ το φρέσκο χρήμα ήταν στη διάθεση του κράτους για να χρηματοδοτήσει κοινωνικά αγαθά στην εσωτερική αγορά (πάντα θεωρητικά, διότι στην πράξη το μοίρασε ως λάφυρο στους ημέτερους) ενώ για το έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου χρησιμοποιείται εξωτερικός δανεισμός.
Από την άλλη πλευρά η διαχείριση των φορολογικών εσόδων της Ελλάδος υπήρξε ποταπή και για το ίδιον όφελος των κομματικών στρατών. Προσελήφθησαν εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι με κομματικά κριτήρια και ο στενός δημόσιος τομέας τριπλασιάστηκε σε 30 χρόνια με σχεδόν σταθερό πληθυσμό. Για να δικαιολογηθεί ο τριπλασιασμός του δημοσίου τομέα, πολλαπλασιάστηκαν και οι γραφειοκρατικές διαδικασίες του κράτους βάζοντας τροχοπέδη στην ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα.
Ολόκληρα κομμάτια του ιδιωτικού τομέα κρατικοποιήθηκαν και δημιουργήθηκε ο ευρύτερος δημόσιος τομέας, με το αρχικό σκεπτικό ότι τα κέρδη που υποτίθεται ότι θα απέφεραν οι Δημόσιες Επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας, θα μείωναν αντίστοιχα το φορολογικό βάρος των Πολιτών. Φυσικά συνέβη το αντίστροφο, και με εξαίρεση ίσως τον ΟΤΕ (που δεν είναι πραγματικά ΔΕΚΟ απλά το κράτος επιμένει να την αντιμετωπίζει έτσι) σχεδόν όλες οι ΔΕΚΟ λεηλάτησαν το δημόσιο πορτοφόλι με τις λειτουργικές ζημίες τους, το υπερβάλλον προσωπικό, τους τερατώδεις μισθούς, και τις προμήθειες υπερτιμολογημένων βαγονιών με λάθος μέγεθος σιδηροτροχιές, αγορών οπλικών συστημάτων του αιώνα στη διπλάσια της πραγματικής τιμής, και ορθοπεδικών στη δεκαπλάσια.
Η λεηλασία των 300 ΔΙΣ εξουθένωσε τη χώρα προς όφελος των κομματικών στρατών.Κανονικό πλιάτσικο έγινε με λάφυρο την πατρίδα μας και την αξιοπρέπειά μας. Σημαντικότερα όμως, δυστυχώς, εξουθένωσε το έθνος και τον Ελληνικό Λαό. Με πρόφαση την δίκαια αναδιανομή του πλούτου φτιάχτηκε ένα λαβυρινθώδες φορολογικό καθεστώς μεγέθους πολύτομης εγκυκλοπαίδειας, που χρηματοδότησε την διαφθορά, την ανισοκατανομή των φορολογικών βαρών, και τελικά την απειλή παύσης πληρωμών που μας έφερε το μνημόνιο και την Τρόικα.
Το κακό, όμως, είναι πως ενώ όλοι παραδεχόμαστε ότι το τωρινό φορολογικό καθεστώς ούτε δίκαιο είναι, ούτε εφαρμόσιμο, εκείνο παραμένει αμετάβλητο. Και το χειρότερο είναι πως οι φόροι συνεχίζουν να εισπράττονται με αύξουσα αυστηρότητα προς τους αδύνατους, για να αποδίδονται ως παχυλοί μισθοί και επιδόματα κομματικής πειθαρχίας στους πραιτοριανούς, τους κομματικούς εκατόνταρχους και τους στρατούς των.
Αυτή είναι η πλέον σίγουρη συνταγή κοινωνικής έκρηξης.
ΠΗΓΗ: Radar
Οι έμμεσοι φόροι που επιβάλλονται είναι ανεξάρτητοι από τον πλούτο που διαθέτει ο φορολογούμενος, και σχετίζονται με την κατανάλωση ειδών ή υπηρεσιών. Αν για παράδειγμα το γάλα έχει 13% Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, που τελικά πληρώνει ο καταναλωτής, και το παιδί του πλούσιου πίνει ένα μπουκάλι γάλα τη μέρα, ο φόρος είναι αμελητέος για εκείνον. Ο ίδιος όμως φόρος πληρώνεται και από τον άνεργο, για τον οποίο το κόστος για το ίδιο γάλα αντιπροσωπεύει υπολογίσιμο μέρος του εισοδήματός του.
Η ποσόστωση των άμεσων προς έμμεσων φόρων είναι μια δυναμική εξίσωση δικαίου, που αναδιανείμει την υπεραξία που δημιουργεί μια κοινωνία σε όλα τα μέλη της ή όχι. Όσο μεγαλύτερο το ποσοστό των άμεσων φόρων σε σχέση με τους συνολικούς φόρους, τόσο ισχυρότερο το αίσθημα δικαίου στην κοινωνία.
Σε αντιπαράθεση της ανεμπόδιστης συγκέντρωσης πλούτου από μια ισχυρή μειοψηφία, στις ανεπτυγμένες κοινωνίες η πλειοψηφία των “μέσων” πολιτών απολαμβάνει κρατικές υπηρεσίες υψηλότερης αξίας από τους φόρους που καταβάλλει. Οι πλουσιότεροι πολίτες μοιράζονται μεγαλύτερο μέρος των υπεραξιών που εισπράττουν, και του κεφαλαιακού πλούτου που έχουν συγκεντρώσει, με την κοινωνία που τους έδωσε τη δυνατότητα να δημιουργήσουν αυτόν τον πλούτο, εκμεταλλευόμενοι την ύπαρξή της, τη συνοχή της και την ευνομία της. Οι φτωχότεροι λαμβάνουν περισσότερα από όσα καλούνται να συνεισφέρουν.
Αυτός είναι ο σκοπός της φορολόγησης τουλάχιστον στη θεωρία, γιατί στην πράξη διαφέρει πρακτικά η φορολόγηση από χώρα σε χώρα, η ποσότης και οι πηγές των φορολογικών εσόδων που επιλέγονται, και ο τρόπος που χρησιμοποιούνται οι φορολογικοί πόροι που συλλέγει το κράτος.
Στη χώρα μας η φορολογία έχει γίνει φορέας απόκλισης της δημοκρατικής κοινωνικής δικαιοσύνης, και μέσον τιμωρίας των πολιτικά ανίσχυρων. Είναι ο τρόπος που το κράτος επιτυγχάνει να ψωφήσει “η κατσίκα του γείτονα”, των “όχι δικών μας παιδιών”. Το κράτος εξουθενώνει φορολογικά τον μικρομεσαίο, τον ιδιωτικό υπάλληλο, και τον συνταξιούχο, αφήνοντας τους πραγματικά πλούσιους σχεδόν χωρίς φορολογικά βάρη.
Σε άδικα φορολογικά καθεστώτα, ο τρόπος που αποφεύγεται η κοινωνική έκρηξη είναι να κάνει ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός τα στραβά μάτια στην φοροδιαφυγή, ώστε να δημιουργείται η ψευδαίσθηση στους φορολογικά υποτελείς, ότι αποκαθιστούν μερικώς την αδικία του συστήματος πληρώνοντας λιγότερο από όσο τους έχει ζητηθεί. Η αύξηση της αυστηρότητας είσπραξης άδικων φόρων οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε κοινωνική έκρηξη που κανένα μέσον καταστολής δεν μπορεί να περιορίσει. Η Ιστορία περιέχει άπειρα παραδείγματα επαναστάσεων με έναυσμα τις απόπειρες επιβολής αυστηρότητας σε άδικη ανισοβαρή φορολόγηση, από την εποχή της Μάχης του Μαραθώνα για τη μη απόδοση φόρων στους Πέρσες, των μικρασιατικών Περσικών Σατραπειών, μέχρι την Αμερικανική Επανάσταση του 1776 με αφορμή τον Φόρο του Τσαγιού, και πιο κοντά σε μας την Ελληνική Επανάσταση του 1821 με αφορμή την αυστηροποίηση είσπραξης του Χαρατσιού ή Φόρου της Δεκάτης.
Καθόλου τυχαίο δεν είναι ότι η θεωρητική καμπύλη ποσότητας φορολογικών εσόδων προς συντελεστή φορολόγησης, μετά από κάποιο σημείο (που ήδη έχουμε ξεπεράσει στην Ελλάδα) πέφτει αντί να ανεβαίνει, παρά το γεγονός ότι ο συντελεστής αυξάνεται. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα δίκαιο και εφαρμόσιμο φορολογικό καθεστώς, που να μην αφήνει σχεδόν αμέτοχο μεγάλο μέρος των οικονομικά ενεργών πολιτών και νομικών προσώπων όπως οι πολυεθνικές, και εξουθενώνει τον μικρομεσαίο, τον ιδιωτικό υπάλληλο, και τον συνταξιούχο, ενώ οι έμμεσοι φόροι κατακερματίζουν το πραγματικό εισόδημα της μεσαίας τάξης.
Η χρηματιστηριακή υπεραξία του κεφαλαίου, για παράδειγμα, στην χώρα μας δεν φορολογείται, όπως γίνεται σε όλες τις ανεπτυγμένες οικονομίες. Αν αυτό συνέβαινε π.χ. με έναν χαμηλό συντελεστή της τάξης του 20% επί των πραγματικών κερδών, τότε σημαντικότατο μέρος της απώλειας πλούτου που αφαιρέθηκε από τον Έλληνα μεσοαστό, θα μπορούσε να του επιστραφεί. Το κράτος μέσω της αξιοποίησης αυτών των κεφαλαιακών φόρων (που “χαρίστηκαν” στους θεσμικούς του εξωτερικού και μερικά λαμόγια), οι οποίοι κέρδισαν και εξήγαγαν τη μερίδα του λέοντος των απωλειών του μέσου Έλληνα από την κατάρρευση του Χ.Α.Α. το ‘99, θα μπορούσε να προσφέρει δωρεάν Υγεία και Παιδεία για τους πολίτες αντί για τον τραγέλαφο που σήμερα του πετάει ως ξεροκόμματο.
Όπως έχω γράψει πρόσφατα, η φορολογική ασυλία στους πολυεθνικούς κολοσσούς λαβώνει θανάσιμα την Ελληνική οικονομία από τότε που σταθεροποιήθηκε η ισοτιμία της Δραχμής με το ECU (“Δούλεψε να φας και κλέψε να ‘χεις”).
Η τεράστια φοροδιαφυγή από την άνω-μεσαία τάξη των “ευγενών” κλειστών και προστατευμένων επαγγελματιών, η αφορολόγητη τάξη των ευγενών τραγουδιστών και μαγαζιών της νύχτας, η διαφοροποίηση της αυτοτελούς φορολόγησης μέρους των εισοδημάτων δημοσίων υπαλλήλων και βουλευτών, η τεκμαρτή φορολόγηση για δεκαετίες των αυτοκινητιστών και πολλών άλλων με 600 ευρώ το χρόνο ασχέτως αν εισέπρατταν εκατοντάδες χιλιάδες από φορτηγά και βυτιοφόρα, δημιούργησαν τεράστιες ανισότητες στην κοινωνία.
Όσο για την ανώτερη τάξη και τους μεγαλοκεφαλαιούχους, στην Ελλάδα απολαμβάνουν καθεστώς φορολογικής ασυλίας. Λες και οι Έλληνες εφοπλιστές (στην συντριπτική πλειοψηφία τους γνήσιοι πατριώτες και πολλοί τους ευεργέτες με τεράστιο κοινωνικό έργο) θα είχαν θέμα να πληρώνουν 3%-4% φόρους επί των κερδών τους στην Ελλάδα, όταν οι εισηγμένοι στο Αμερικανικό χρηματιστήριο αποδίδουν ως και το δεκαπλάσιο σε φόρους στις ΗΠΑ!
Αν σε κάτι θα μας ζημιώνει η έλλειψη της δυνατότητας να τυπώνουμε το δικό μας νόμισμα, αυτό είναι στο ότι τώρα θα πρέπει το κράτος να ανακαλύπτει τους κατόχους κεφαλαιακών αξιών, να τους φορολογήσει, και να καταφέρει να εισπράξει και τους φόρους. Με την εκτύπωση νέου χρήματος το κράτος απλά διέβρωνε την αξία των κεφαλαίων στο βαθμό υποτίμησης που αναλογούσε στο νεοεκδοθέν χρήμα, ενώ το φρέσκο χρήμα ήταν στη διάθεση του κράτους για να χρηματοδοτήσει κοινωνικά αγαθά στην εσωτερική αγορά (πάντα θεωρητικά, διότι στην πράξη το μοίρασε ως λάφυρο στους ημέτερους) ενώ για το έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου χρησιμοποιείται εξωτερικός δανεισμός.
Από την άλλη πλευρά η διαχείριση των φορολογικών εσόδων της Ελλάδος υπήρξε ποταπή και για το ίδιον όφελος των κομματικών στρατών. Προσελήφθησαν εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι με κομματικά κριτήρια και ο στενός δημόσιος τομέας τριπλασιάστηκε σε 30 χρόνια με σχεδόν σταθερό πληθυσμό. Για να δικαιολογηθεί ο τριπλασιασμός του δημοσίου τομέα, πολλαπλασιάστηκαν και οι γραφειοκρατικές διαδικασίες του κράτους βάζοντας τροχοπέδη στην ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα.
Ολόκληρα κομμάτια του ιδιωτικού τομέα κρατικοποιήθηκαν και δημιουργήθηκε ο ευρύτερος δημόσιος τομέας, με το αρχικό σκεπτικό ότι τα κέρδη που υποτίθεται ότι θα απέφεραν οι Δημόσιες Επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας, θα μείωναν αντίστοιχα το φορολογικό βάρος των Πολιτών. Φυσικά συνέβη το αντίστροφο, και με εξαίρεση ίσως τον ΟΤΕ (που δεν είναι πραγματικά ΔΕΚΟ απλά το κράτος επιμένει να την αντιμετωπίζει έτσι) σχεδόν όλες οι ΔΕΚΟ λεηλάτησαν το δημόσιο πορτοφόλι με τις λειτουργικές ζημίες τους, το υπερβάλλον προσωπικό, τους τερατώδεις μισθούς, και τις προμήθειες υπερτιμολογημένων βαγονιών με λάθος μέγεθος σιδηροτροχιές, αγορών οπλικών συστημάτων του αιώνα στη διπλάσια της πραγματικής τιμής, και ορθοπεδικών στη δεκαπλάσια.
Η λεηλασία των 300 ΔΙΣ εξουθένωσε τη χώρα προς όφελος των κομματικών στρατών.Κανονικό πλιάτσικο έγινε με λάφυρο την πατρίδα μας και την αξιοπρέπειά μας. Σημαντικότερα όμως, δυστυχώς, εξουθένωσε το έθνος και τον Ελληνικό Λαό. Με πρόφαση την δίκαια αναδιανομή του πλούτου φτιάχτηκε ένα λαβυρινθώδες φορολογικό καθεστώς μεγέθους πολύτομης εγκυκλοπαίδειας, που χρηματοδότησε την διαφθορά, την ανισοκατανομή των φορολογικών βαρών, και τελικά την απειλή παύσης πληρωμών που μας έφερε το μνημόνιο και την Τρόικα.
Το κακό, όμως, είναι πως ενώ όλοι παραδεχόμαστε ότι το τωρινό φορολογικό καθεστώς ούτε δίκαιο είναι, ούτε εφαρμόσιμο, εκείνο παραμένει αμετάβλητο. Και το χειρότερο είναι πως οι φόροι συνεχίζουν να εισπράττονται με αύξουσα αυστηρότητα προς τους αδύνατους, για να αποδίδονται ως παχυλοί μισθοί και επιδόματα κομματικής πειθαρχίας στους πραιτοριανούς, τους κομματικούς εκατόνταρχους και τους στρατούς των.
Αυτή είναι η πλέον σίγουρη συνταγή κοινωνικής έκρηξης.
ΠΗΓΗ: Radar