30 Νοε 2010
Οι εργάτες αποδείχθηκαν τα καλύτερα αφεντικά
του Γιώργου Σκαφίδα
Σχεδόν 10 χρόνια μετά την οικονομική κατάρρευση, εργοστάσια, εταιρείες και καταστήματα που πέρασαν στα χέρια των εργαζομένων όχι μόνο επιβίωσαν, αλλά έχουν διευρύνει τις δραστηριότητές τους
Πολλά έχουν γραφτεί τον τελευταίο καιρό για τα επονομαζόμενα... καλά της κρίσης, για τις νέες δυνατότητες που αναδύονται μέσα από συνθήκες κατάρρευσης. Ωστόσο, από την πλειονότητα των....
«αισιόδοξων» αναλύσεων, συνήθως... απουσιάζει (γιατί άραγε;) το επιτυχημένο «πείραμα» της Αργεντινής.
Εκεί, στη μακρινή Λατινική Αμερική, στον απόηχο των οικονομικών και πολιτικών κραδασμών του 2001, χιλιάδες Αργεντίνοι εργάτες ανέλαβαν την πρωτοβουλία να γίνουν αφεντικά στη θέση των (άφαντων) πρώην εργοδοτών τους, να καταλάβουν τα εργοστάσια από τα οποία μόλις είχαν απολυθεί και να «αναστήσουν» επιχειρήσεις, των οποίων οι ιδιοκτήτες είχαν γίνει «καπνός» εν μία νυκτί (αφήνοντας πίσω τους στρατιές ανέργων, απλήρωτους μισθούς, χρέη, ακόμη και κατηγορίες για φοροδιαφυγή ή απάτη).
Κερδοφόρες
Ο,τι δεν σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό, λένε. Ετσι και στην περίπτωση της Αργεντινής, η κρίση που έπληξε (αλλά δεν σκότωσε) τους εργάτες το 2001, κατέληξε να τους κάνει πιο δυνατούς. Βλέπετε, οι βιομηχανίες δεν μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς προσωπικό, αλλά, όπως αποδεικνύεται τελικώς στην πράξη, μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς αφεντικά. Και όχι μόνο να λειτουργήσουν αλλά και να μπουν σε τροχιά κερδοφορίας.
Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου του Μπουένος Αϊρες με τον τίτλο «Ανακτημένες Εταιρείες στην Αργεντινή το 2010», σήμερα στην Αργεντινή λειτουργούν υπό εργατικό έλεγχο 205 «ανακτημένες» συνεταιριστικές επιχειρήσεις στις οποίες απασχολούνται συνολικά 9.362 άτομα.
Συγκριτικά, το 2004, αυτές ανέρχονταν σε 161 και οι εργαζόμενοί τους σε 6.900, όπερ σημαίνει πως όσο περνάει ο καιρός, αυτές πληθύνονται αντί να μειώνονται.
Αναφορικά με το μέγεθός τους, οι εν λόγω επιχειρήσεις, οι οποίες κήρυξαν πτώχευση ή εγκαταλείφθηκαν από τους ιδιοκτήτες τους προτού ανακτηθούν και «αναστηθούν» από το ίδιο το εργατικό δυναμικό τους, είναι οι περισσότερες μικρές. Συγκεκριμένα, οι 154 (ποσοστό 75% επί του συνόλου) απασχολούν λιγότερα από 50 άτομα έκαστη, αλλά υπάρχουν και περίπου 5 (ποσοστό 2,3%) οι οποίες έχουν πάνω από 200 εργαζομένους η καθεμία.
Να σημειωθεί πως πρόκειται για εταιρείες κάθε είδους (υφαντουργίες, υαλουργίες, μεταλλουργίες, βιομηχανίες επεξεργασίας πλαστικού, κεραμοποιίες, εταιρείες γραφικών τεχνών, εστιατόρια κ.ά.). Μέχρι και ένα πολυτελές ξενοδοχείο, το «Hotel Bauen» του Μπουένος Αϊρες, ανήκει στην εν λόγω κατηγορία. Μάλιστα, περίπου 30 από τις εν λόγω επιχειρήσεις (ποσοστό 15%) προβαίνουν και σε εξαγωγές προϊόντων.
Οσο για τις αποφάσεις σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας κάθε «μαγαζιού», αυτές λαμβάνονται συλλογικά και δημοκρατικά, στο πλαίσιο συνελεύσεων με τη συμμετοχή του συνόλου των εργαζομένων οι οποίοι, να σημειωθεί, δεν διακρίνονται σε υψηλόμισθους και χαμηλόμισθους καθώς όλοι πληρώνονται τα ίδια.
«Οι ανακτημένες επιχειρήσεις είναι μια παγιωμένη εργατική, οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, ήρθαν για να μείνουν και θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται», αποφαίνονται οι συντάκτες της πανεπιστημιακής έρευνας.
«GLOBAL» ΚΑΙ «ARRUFAT»
«Ατμομηχανές» της ανάκτησης
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της «Global», μιας εταιρείας παραγωγής μπαλονιών με έδρα τα περίχωρα του Μπουένος Αϊρες, η οποία κήρυξε πτώχευση το 2004 για να ξανανοίξει το 2005 υπό... εργατική διεύθυνση.
Φανταστείτε την έκπληξη στα πρόσωπα των υπαλλήλων, οι οποίοι δεν είχαν ενημερωθεί για τις προθέσεις του εργοδότη τους, όταν έφτασαν στη δουλειά μια ωραία δευτεριάτικη πρωία του 2004 και είδαν την επιγραφή «κλειστόν μέχρι νεωτέρας».
Ωστόσο, ξεπερνώντας το πρώτο σοκ, οι απολυθέντες δεν έμειναν άπραγοι. Μπήκαν στις εγκαταστάσεις, ξαναέβαλαν τα μηχανήματα στη θέση τους, συνέστησαν ένα συνεταιρισμό με 32 μέλη και ξανάνοιξαν την επιχείρηση το 2005, αφού πρώτα της έδωσαν το χαρακτηριστικό όνομα «La Nueva Espe-ranza» (Η Νέα Ελπίδα).
Ενδεικτικά, σήμερα, σχεδόν πέντε χρόνια μετά, η εν λόγω εταιρεία δεν έχει διαψεύσει τις προσδοκίες τους. Αντιθέτως μάλιστα, πλέον έχει φτάσει στο σημείο να τροφοδοτεί με τα προϊόντα της όχι μόνο την εγχώρια αγορά αλλά και αυτές των γειτονικών χωρών (Βραζιλίας, Παραγουάης, Χιλής και Ουρουγουάης).
Χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση της αργεντίνικης σοκολατοβιομηχανίας «Arrufat», στην οποία μπήκε λουκέτο τον Ιανουάριο του 2009, αλλά μόνο προσωρινά. Στο άκουσμα της είδησης πως το εργοστάσιό τους κλείνει, περίπου τριάντα εργάτες το κατέλαβαν και συνέχισαν να το λειτουργούν με αξιοσημείωτη μάλιστα επιτυχία.
Το μοντέλο υιοθετείται και σε άλλες χώρες
Η αργεντίνικη κυβέρνηση, από τη μεριά της, εξακολουθεί να αντιμετωπίζει το φαινόμενο ως «μεταβατικό στάδιο» και το αφήνει στην τύχη του, με αποτέλεσμα πολλοί συνεταιρισμοί να δυσκολεύονται να βρουν χρηματοδότηση καθώς και να εισέλθουν στην αγορά.
Οπως και να έχει πάντως, με ή χωρίς τις ευλογίες της κυβέρνησης, το αργεντίνικο συνεταιριστικό/συνεργατικό μοντέλο έχει ήδη αρχίσει να πολλαπλασιάζεται όχι μόνο εντός αλλά και εκτός των συνόρων της χώρας. Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο του Μπουένος Αϊρες, σήμερα υπάρχουν 69 «ανακτημένες» επιχειρήσεις στη Βραζιλία, περίπου 30 στην Ουρουγουάη και άλλες 20 στην Παραγουάη, ενώ παρόμοιοι εργατικοί συνεταιρισμοί λειτουργούν και σε πλήθος άλλων χωρών (Βενεζουέλα, ΗΠΑ, Ισπανία κ.ά.). «Με την παγκόσμια οικονομία πλέον να θυμίζει εντυπωσιακά αυτήν της Αργεντινής του 2001, οι εργατικοί συνεταιρισμοί αναδύονται ως πρακτική εναλλακτική λύση στις απολύσεις και στα λουκέτα», σχολιάζει από τη μεριά της η πολυβραβευμένη δημοσιογράφος Ναόμι Κλάιν, η οποία είχε πρωτοαναδείξει το θέμα των «ανακτημένων» επιχειρήσεων το 2004, με το ντοκιμαντέρ «The Take».
Πηγή:Διακυβέρνηση και πολιτική