Θανάσης Καρτερός
Τέτοιες μέρες θυμόμαστε. Την Ελένη, την Ηρώ, τον Ορέστη, τον Λεωνίδα, τους φοιτητές του λόχου «Λόρδος Μπάιρον», που ρίχτηκαν με λιανοτούφεκα πάνω στα εγγλέζικα τανκς στα Εξάρχεια και στο κέντρο της Αθήνας.
Για να υπερασπιστούν την πατρίδα από κείνους που έκαναν την Ακρόπολη πολυβολείο κατά του λαού. Από τον Ελγίνο, που τον διέκρινε ο Νικηφόρος να καγχάζει καβάλα στα εγγλέζικα κανόνια, βέβαιος ότι ήρθε η ώρα να αρπάξει ό,τι δεν είχε προλάβει στην πρώτη επιδρομή.Τέτοιες μέρες θυμόμαστε. Τις 33 μέρες του ματωμένου Δεκέμβρη της Αθήνας. Τα παιδιά με τα πρησμένα πόδια που τα ’λεγαν αλήτες, τα κορίτσια με το σταυρουδάκι του ήλιου, τους εργάτες με την τραγιάσκα της τάξης τους, τον λαό που με το λουρί των τυράννων στον σβέρκο υποχρεώθηκε να διαλέξει ανάμεσα στις αλυσίδες και τα όπλα. Και διάλεξε αυτό που πάντα ο λαός διαλέγει, όταν δεν του αφήνουν άλλο δρόμο, δεν του επιτρέπουν να ονειρεύεται, του απαγορεύουν να αναπνέει.
Τέτοιες μέρες θυμόμαστε. Τους πεσμένους στην άσφαλτο μέσα στο αίμα τους, τους ξαπλωμένους στο κρύο του Δεκέμβρη μπροστά στον Άγνωστο, τους κομματιασμένους από τους όλμους των Εγγλέζων και τα πολυβόλα των δωσιλόγων, των δολοφόνων της Ειδικής Ασφάλειας, των Μπουραντάδων και των ταγμάτων αλητείας, που βαφτίστηκαν από τον Σκόμπι, τον Παπανδρέου και τους τρομαγμένους μαυραγορίτες του έθνους εθνικές ένοπλες δυνάμεις.
Τέτοιες μέρες θυμόμαστε. Εκείνους που με τις τσέπες γεμάτες όνειρα ανεπίδοτα, και βεβαιότητες γελαστές στα μάτια, κακοντυμένοι και αδέξιοι ακόμα και στα κυριακάτικά τους, τόλμησαν έφοδο στον ουρανό. Μες στη βαθιά παρανομία των αισθήσεων βυθισμένοι, σεμνοί στη φτώχεια τους και πάντοτε περήφανοι όταν μοίραζαν κρυφά τις προκηρύξεις τους και σέρνονταν σε μοχθηρά στρατοδικεία ή κι όταν, με την αφοβιά σημαία, στάθηκαν απέναντι στο σίδερο και στη φωτιά.
Τέτοιες μέρες θυμόμαστε. Με το σακάκι τρύπιο από τις σφαίρες, τα χέρια τρύπια απ’ τα καρφιά, την πίκρα από το όξος στα χειλάκια τους, την πόρτα μας χτυπούν οι νεκροί μας. Θα τους ανοίξουμε και πάλι, δεν θα τους παρατήσουμε στη λήθη. Πάνω στο χώμα το δικό τους σχεδιάζουμε τους κήπους και τις πολιτείες μας. Πάνω στο χώμα τους είμαστε. Έχουμε πατρίδα...