5 Ιουλ 2020

Κράτος, καταστολή και νέος «εσωτερικός εχθρός»


Χριστόφορος Βερναρδάκης

Το νομοσχέδιο Χρυσοχοΐδη, που εισήχθη αυτήν την εβδομάδα στη Βουλή, αποτελεί απόπειρα θεσμικού «εκσυγχρονισμού» του κρατικού αυταρχισμού. Συνιστά μια ολοκληρωμένη πολιτική, με ιδεολογικό πυρήνα, με στρατηγικούς...


στόχους και με πολιτικο-διοικητικά εργαλεία εφαρμογής. Δύο είναι οι κεντρικές συνιστώσες του νομοσχεδίου, η ιδέα της «προληπτικής καταστολής» και η ανανέωση της έννοιας του «εσωτερικού εχθρού».

Το νομοσχέδιο αποτυπώνει σε κεντρικό θεσμικό επίπεδο τη διαδικασία μετασχηματισμού τού ήδη αυταρχικού κράτους σε ακόμα αυταρχικότερο: η καταστολή, από δυνητική δυνατότητα ύστατης καταφυγής των κυρίαρχων τάξεων ενώπιον οξυμμένων κοινωνικών προβλημάτων, μετασχηματίζεται σε θεσμική καθημερινότητα οργάνωσης του δημόσιου χώρου.

Ανάγεται σε κεντρικό ιδεολογικό δόγμα της κρατικής πολιτικής. Αντικειμενικός στόχος, ο εξοβελισμός κοινωνικών αντιστάσεων και η πειθάρχηση σε μια διαδικασία περιστολής δημοκρατικών δικαιωμάτων που ήδη πειραματίστηκε με επιτυχία με πρόσχημα την Covid-19.

Ο περιορισμός των διαδηλώσεων

Πεδίο εφαρμογής αυτού του στόχου είναι αρχικά ο περιορισμός του δικαιώματος του συνέρχεσθαι (συγκεντρώσεων, διαδηλώσεων, κινητοποιήσεων).

Είναι η «βιτρίνα» πίσω από την οποία φιλοδοξεί να συγκροτήσει δήθεν μια κοινωνική συναίνεση, με βάση το γνωστό επιχείρημα ότι οι συγκεντρώσεις δημιουργούν αναστάτωση σε άλλες κοινωνικές ομάδες.

Το πραγματικό ζητούμενο για το νομοσχέδιο όμως δεν είναι οι συνήθεις συγκεντρώσεις, διαμαρτυρίες ή διαδηλώσεις. Είναι οι μεγάλης έκτασης κοινωνικές κινητοποιήσεις που δυνητικά δεν μπορούν να ελεγχθούν και επομένως χρειάζεται ένα προληπτικό οπλοστάσιο ποινικοποιήσεων και επάλληλων επιτηρήσεων.

Στο ζήτημα αυτό κεντρικό ρόλο έχει η ρύθμιση σύμφωνα με την οποία αν προσλάβουν «ανατρεπτικό» ή αντισυστημικό χαρακτήρα, οι συγκεντρώσεις θα θεωρούνται παράνομες και θα μπορούν να διαλυθούν.

Η Αστυνομία κρίνει αν συντρέχουν όροι διάλυσης ή όχι. Η Αστυνομία δηλαδή αποκτά αυτοτελή πολιτική γνώμη. Από τυπικό εργαλείο καταστολής μετασχηματίζεται σε ιδεολογικο-πολιτικό μηχανισμό παρέμβασης, αξιολόγησης και ελέγχου του καθημερινού δημόσιου χώρου. Ειδική μνεία εδώ πρέπει να γίνει ότι στο νομοσχέδιο θεσμοποιείται ένα ευρύ δίκτυο παρακολούθησης, παρέμβασης και αποτροπής που ενορχηστρώνεται από την Ααστυνομία, το Λιμενικό, τους δημοτικούς άρχοντες, αλλά και «οικονομικούς παράγοντες», των οποίων ενδεχομένως η δραστηριότητα θίγεται από τις συγκεντρώσεις.

Με άλλα λόγια, έχουμε πλήρη επαναφορά ενός ανανεωμένου ιδεολογικά και οργανωτικά «αστυνομικού κράτους».

Το διοικητικό - πολιτικό εργαλείο της αναδιάρθρωσης

Το πιο σημαντικό σημείο του νομοσχεδίου όμως, καθώς και η πιο σοβαρή αντιδημοκρατική εκτροπή, εντοπίζεται στο άρθρο 19, όπου ιδρύεται νέα αυτοτελής υπηρεσία, υπαγόμενη απευθείας στον υπουργό Προστασίας του Πολίτη με τον τίτλο «Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας».

Πρόκειται για μια υπερ-Διεύθυνση που θα εξουσιοδοτηθεί, ως σχεδιαστής και εφαρμοστής δημόσιας πολιτικής, να ελέγξει όλες τις πτυχές και τα επίπεδα της κοινωνικής, πολιτικής και συλλογικής δράσης.

Η Διεύθυνση αυτή αναλαμβάνει καταρχήν τον σχεδιασμό και την υλοποίηση «Εθνικής Στρατηγικής για την Καταπολέμηση της Βίας» (στην αρχική διατύπωση εμφανιζόταν ως «Εθνική Στρατηγική για την Καταπολέμηση της Τρομοκρατίας και του Βίαιου Εξτρεμισμού»).

Κεντρικός στόχος της «Εθνικής Στρατηγικής» είναι η ολική επαναφορά και αναθεώρηση της έννοιας του «εσωτερικού εχθρού», ο οποίος πλέον εντοπίζεται ρητώς στις πάσης φύσεως «αντισυστημικές αντιδράσεις». Η αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η εν λόγω διεύθυνση συνιστά εφεξής τον κεντρικό φορέα σχεδιασμού και υλοποίησης της ‘Εθνικής Στρατηγικής Πρόληψης της Βίας’ [...] Καθορίζονται οι επιμέρους αρμοδιότητες και δράσεις της διεύθυνσης, προκειμένου να αναπτυχθεί μεταξύ των εμπλεκόμενων κρατικών φορέων και του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη ένα ισχυρό δίκτυο συνεργασίας με στόχο την καταπολέμηση ποικίλων μορφών και εκφάνσεων της βίας, όπως η ριζοσπαστικοποίηση, ο βίαιος εξτρεμισμός, η ενδοοικογενειακή, έμφυλη και ενδοσχολική βία».

Είναι προφανές ότι η ενδοοικογενειακή ή η έμφυλη βία, που συνιστούν συγκεκριμένα αδικήματα, δεν χρειάζονται μια νέα ειδική Διεύθυνση για να αντιμετωπιστούν. Χρησιμοποιούνται ως προπέτασμα για τα νέα «αδικήματα», τη «ριζοσπαστικοποίηση» ή τον «βίαιο εξτρεμισμό», που προληπτικά, κατά το νομοσχέδιο, χρειάζεται να αντιμετωπιστούν.

Η νέα αυτή «Εθνική Στρατηγική» αποσκοπεί στο να ορίσει τον χώρο και το εύρος «νομιμότητας» των κοινωνικών δράσεων, ανάλογα με το πόσο ενοχλητικές καθίστανται για την αναπαραγωγή των κυρίαρχων πολιτικών ή οικονομικών δυνάμεων. Επί της ουσίας, η προσπάθεια σήμερα της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι η περιστολή του χώρου δημοκρατικής νομιμότητας, ο εξοβελισμός των «ριζοσπαστών» ή των «εξτρεμιστών» σε χώρο παρανομίας και, το κυριότερο, η συγκρότηση μιας «νομιμότητας» που διαστέλλεται ή συστέλλεται (ακορντεόν) αναλόγως των κοινωνικών εντάσεων και διεκδικήσεων. Κατά μία έννοια, πρόκειται για μια επιμέρους εφαρμογή του «δόγματος Βορίδη» για τον θεσμικό και «νόμιμο» αποκλεισμό διά παντός της Αριστεράς από την εξουσία.

Οι συνιστώσες του «εσωτερικού εχθρού»

Αν η αιτιολογική έκθεση όμως είναι φειδωλή στο να ονοματίσει ή να περιγράψει τον νέο «εσωτερικό εχθρό», ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει φροντίσει, μερικούς μήνες νωρίτερα, στις 20 Ιανουαρίου 2020, προαναγγέλλοντας το νομοσχέδιο στην «Εκδήλωση μνήμης για τα θύματα της τρομοκρατίας», να προσδιορίσει τους νέους «εσωτερικούς εχθρούς» όσο και τα μέσα καταπολέμησής τους, παρουσιάζοντας μια, κατ’ αυτόν, γενεαλογία της τρομοκρατίας.

Πρόκειται κατ’ αρχάς για «κάποιους συνεχιστές του αντιδικτατορικού αγώνα», οπαδούς και μέλη της «εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς» και εντέλει για την Αριστερά συνολικά, που, κατά την άποψη του ομιλητή, παραμένει η εν δυνάμει μήτρα της τρομοκρατίας.

Κατόπιν, η «προοδευτική διανόηση», πολλοί εκπρόσωποι της οποίας άθελά τους «προσχώρησαν τελικά στην ατζέντα των φονιάδων»!

Ύστερα, η νεολαία και ειδικότερα η φοιτητική, καθώς «η παράνομη διαμαρτυρία σε μια σχολή μετατράπηκε εύκολα σε μια κατάληψη ενός ξένου κτηρίου. Και ύστερα -πολύ εύκολα- σε γιάφκα παρανομίας, συχνά σε συνεργασία με το κοινό ποινικό έγκλημα»!

Με τη θεωρία του «σπασμένου παράθυρου», όπως αναφέρει, εξισώνει σκόπιμα την εγκληματικότητα με μορφές μικροπαραβατικότητας, αλλά κυρίως με μορφές αντίδρασης στον περιορισμό και την ιδιοποίηση του κοινωνικού χώρου, που εκφράζουν με καταλήψεις κτηρίων ή με ακτιβισμούς διάφορες συλλογικότητες.

Και τέλος, ευρύτερες λαϊκές μάζες που διεκδικούν δικαιώματα, αφού «η χρόνια αδράνεια της Πολιτείας επέτρεψε στην κουλτούρα της βίας να διαχυθεί στην κοινωνία. Να απλωθεί σε πολλές πόλεις. Και, σε ορισμένες γειτονιές, να αποκτήσει χαρακτηριστικά καθεστώτος»!

Η ψευδο-κοινωνιολογία του Μητσοτάκη, καθώς και του νομοσχεδίου Χρυσοχοΐδη, θεμελιώνονται στην αντίληψη ότι κάθε κοινωνική διαμαρτυρία εμπεριέχει εν σπέρματι την «τρομοκρατία» ή το «έγκλημα». Ο νέος «εσωτερικός εχθρός» του καθεστώτος της Δεξιάς είναι όποιος/α το αμφισβητεί σε όλα τα πεδία του δημόσιου χώρου.

Τα πράγματα είναι σοβαρά. Για τη δημοκρατία και τις λαϊκές τάξεις, τη νεολαία, την κάθε λογής αμφισβήτηση. Όταν οι δημοκρατικές και αριστερές δυνάμεις ανακτήσουν την πλειοψηφία, το επαίσχυντο αυτό νομοσχέδιο, η «Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας» αλλά και μια σειρά ανάλογης λογικής Διευθύνσεις, τμήματα και υπηρεσίες του «βαθέος κράτους», πρέπει να παραδοθούν αμέσως στην πυρά της Ιστορίας. Αν κανείς θέλει να μιλά από την πλευρά μιας βαθιάς δημοκρατικής τομής.

* Ο Χρ. Βερναρδάκης είναι επ. καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και βουλευτής Α’ Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ

ΠΗΓΗ: avgi.gr