Νόρα Ράλλη
Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε μια ωραία χώρα. Μια ωραία χώρα με ωραίους, πανάρχαιους ανθρώπους. Αυτοί οι πανάρχαιοι άνθρωποι, εκτός από ωραίοι, ήταν και πολύ...
εθνικοτραφέντες. Δεν έτρωγαν μόνο σουβλάκια (σουβλάκια με όρνιθα, σουβλάκια με μόσχο, σουβλάκια με χοίρο), αλλά κάθε τόσο αρέσκονταν και σε μπουκίτσες ολικής αποχαύνωσης, με μια γενναία δόση αστυνομοφροσύνης. Στην ωραία αυτή χώρα, όλα αυτά τα υγιή εδέσματα ήταν δωρεάν -υπόκεινταν στην κοινωνική πολιτική της εκάστοτε δεξιάς κυβέρνησης και διατηρούνταν πάντα φρέσκα για τον πανάρχαιο λαό της, καθώς προσφέρονταν μέσω τηλεοράσεως. Και, ως γνωστόν, ότι προσφέρεται μέσω τηλεοράσεως, δεν χάνει ποτέ τη φρεσκάδα του!
Η ωραία αυτή χώρα, με τους ωραίους, πανάρχαιους ανθρώπους, είχε γύρω στα 8 εκατομμύρια από δαύτους, κάπου στα 2 εκατομμύρια από τους διπλανούς (που με τον καιρό έγιναν και αυτοί σαν και δαύτους) και κάποιους ακόμη - επίσης αρχαίους, αλλά επίσης και μαύρους. Μαύρους και σκούρους.
Αυτούς τους «σκούρους» αρχαίους διπλανούς, οι ωραίοι πανάρχαιοι δεν τους ήθελαν. Και γι' αυτό ή τους περίμεναν στα λιμάνια για να τους τρομάξουν και να γυρίσουν πίσω στις σκουρόχρωμες χώρες τους ή έκοβαν τους στύλους της ΔΕΗ, που έδιναν ρεύμα για να μπορούν να ζήσουν σε κάτι καταυλισμούς ή διοργάνωναν φιέστες με μικρά παναρχαιοπουλάκια να φωνάζουν «έξω απ' τα σχολεία οι λαθρομετανάστες» ή μεγάλους παναρχαιόπουλους να χορεύουν παρέα με κάτι ψητά γουρούνια μπροστά στη μούρη των σκουρόχρωμων, που, καθώς ήταν από άλλη παναρχαιούπολη, δεν έτρωγαν το χοιρινό - και γενικά είχαν καιρό να φάνε.
Επίσης, οι κάτοικοι αυτής της ωραίας και πανάρχαιης χώρας έβαζαν και στελέχη της πάντα δεξιάς κυβέρνησής τους να στηρίζουν όλες τις παραπάνω δράσεις τους. Και, αν κάποιο στέλεχος παρέκκλινε από τη δεξιά αυτή γραμμή, ένα άλλο στέλεχος το κατηγορούσε για «έλλειψη αλληλεγγύης». Γιατί, στη χώρα αυτή, αλληλεγγύη πρέπει να δείχνουμε μόνο σε φασιστοειδή και φασιστικά παναρχαιόπουλα (κυβερνητικά και μη) και όχι στους διπλανούς (σκουρόχρωμους και μη).
Η ωραία αυτή χώρα είχε επίσης 1.458 δέντρα (τα μισά πανάρχαια και τα υπόλοιπα, υπολείμματα μελλοντικών πυρκαγιών). Είχε 58 ανδριάντες, 1.987.000 εκκλησίες και αμέτρητους παπάδες (με αμέτρητη δύναμη). Είχε και 35 πανεπιστήμια: 30 από αυτά κλειστά από τους ίδιους τους πανεπιστημιακούς και 38 καταργημένες πανεπιστημιακές σχολές.
Η ωραία αυτή χώρα είχε και φοιτητές. Εσωτερικού και εξωτερικού. Οι δεύτεροι είναι πανέξυπνοι και οι πρώτοι κάτι ρεμάλια που πρέπει να τρώνε ξύλο. Μια πολύ ωραία κυρία της πολύ δεξιάς κυβέρνησης της ωραίας αυτής χώρας είπε, πως οι φοιτητές που τρων το ξύλο, είχαν κρύψει στις τάξεις τους κάτι όπλα που χρησιμοποιούν οι σκουρόχρωμοι γείτονες που έρχονται κι εμείς τρώμε μπροστά τους χοιρινά σουβλάκια και καλά κάνουμε. Αλλά οι φοιτητές δεν είχαν τέτοια όπλα. Είχαν μόνο κάτι κράνη μοτοσικλέτας και κάτι λεπτά κοντάρια για τα πανό τους. Αλλά ποτέ δεν ξαναβγήκε η όμορφη αυτή κυρία, να πει ότι έκανε λάθος.
Ισα ίσα. Βγήκε ένας άλλος κύριος να πει ότι «Το ξύλο είναι στοιχείο αναγκαστικότητας». Ο κύριος αυτός είναι πολύ δεξιός (πιο δεξιός από την πολύ δεξιά κυβέρνηση). Και είναι πολύ στην κυβέρνηση. Διαχειρίζεται τα αγροτικά και όχι τα αστυνομικά. Αλλά επειδή, όταν ήταν νέος, του άρεσαν πολύ τα αστυνομικά, του έμεινε χούι και μόνο γι' αυτά του αρέσει να μιλάει. Κι έφτιαξε κι αυτή τη λεξούλα, που τελειώνει σε -ότητα («αναγκαστικότητα»), για να διώξει την ουσία και να επικεντρωθεί στην «ιδιότητα». Πάντα αυτό γίνεται, όταν προσθέτουμε το «-ότητα» σε μια λεξούλα χωρίς «-ότητα».
Αν θέλουμε, όμως, να πάμε από το «ον» στην «οντ-ότητα», χρειάζεται απαραιτήτως και η «αναγκαστικ-ότητα». Αντε, γιατί καιρός είναι να τελειώνουμε με τα Πολυτεχνεία σας. Με το καλό ή με το άγριο. Και γιατί όχι με το άγριο; Αφού εσείς μας το ζητήσατε. Μας δώσατε δημοκρατικά την ψήφο σας, για να πατάξουμε, δημοκρατικά, τη Δημοκρατία. Ζήτω, λοιπόν, η νέα αυτή Δημοκρατία! Κάτω τα δικά σας τα Πολυτεχνεία! Πάνω τα τσεκούρια!
...Στην ωραία και πανάρχαιη αυτή χώρα, ζήσαν μόνο αυτοί καλά.
ΠΗΓΗ: efsyn.gr