Του Κώστα Βεργόπουλου
Αποκαλυπτική η εποχή μας, αρκεί να αντιστρέφουμε την εικόνα, με την οποία μας παρουσιάζεται.
Στα παρισινά «Χειρόγραφα» (1844), ο νεαρός Μαρξ επεσήμαινε, ότι η συσσώρευση αφηρημένου χρήματος αντιστρέφει την πρόσληψη των πραγμάτων, όπως ακριβώς ο «σκοτεινός θάλαμος» της φωτογραφικής...
μηχανής. Οι αιτίες προσλαμβάνονται ως αιτιατά, τα αιτιατά ως αιτίες.Το θετικό ως αρνητικό, το αρνητικό ως θετικό.
Για την οικονομική και κοινωνική καταστροφή της τελευταίας 4ετίας στη χώρα μας, οι εμπνευστές της «ολέθριας συνταγής» (ΔΝΤ και Ε.Ε.) επιρρίπτουν σήμερα ο ένας στον άλλο την ευθύνη για τη «βρόμικη δουλειά», κατά την ορολογία του επιτρόπου Ολι Ρεν.
Ωστόσο, κάποιοι, μεταξύ αυτών η ελληνική κυβέρνηση, επαίρονται για «επιτυχίες» από την αδιάλλακτη εφαρμογή αποτυχημένου προγράμματος. Η αποτυχία ανακηρύσσεται «επιτυχία», η επιτυχία «αποτυχία».
Η κατεδάφιση της οικονομίας, του εθνικού εισοδήματος, των επιχειρήσεων, η εκτίναξη του χρέους και της ανεργίας εκτιμώνται ως «ενθαρρυντικά αποτελέσματα» του «εξυγιαντικού» προγράμματος.
Το λουκέτο, η διάλυση ανακηρύσσεται «μεταρρυθμιστική οδός», η πανωλεθρία «θρίαμβος».
Ωστόσο, η κατεδάφιση της οικονομίας δεν εξαλείφει τα προβλήματα. Ακόμη και αν τα θύματα ησυχάζουν στα κοιμητήρια, τα προβλήματα δεν εκλείπουν, παραμένουν, κακοφορμίζουν, υπονομεύουν τις επερχόμενες γενιές.
Για κάποιους, το δυστύχημα συνιστά ευτύχημα. Στη «διαρρεύσασα» έκθεσή του, το ΔΝΤ υπογραμμίζει, ότι η ευρωπαϊκή πλευρά, ιδίως η γερμανική, απέρριπτε κάθε «κούρεμα» χρέους, διότι αυτό θα έστελνε «λάθος μήνυμα» προς την οφειλέτρια χώρα, επιτρέποντας να διαιωνίζει την τεχνητή ευημερία της. Επρεπε η χώρα να πονέσει, να τιμωρηθεί, να φτωχύνει, προκειμένου να «αναμορφωθεί», αποβάλλοντας «κακές έξεις» και προς παραδειγματισμό των λοιπών υπερχρεωμένων. Η λιτότητα, η ύφεση και η ανεργία δεν θεωρούνται «αστοχίες», αλλά επιβεβλημένη «θεραπευτική εξυγιαντική αγωγή» για την υπερχρεωμένη χώρα. Το εκκαθαριστικό έργο θεωρείται απαράκαμπτος όρος για την «πραγματική» ανάκαμψη. Εάν αυτό χαλαρώσει, τότε η ανάκαμψη προεξοφλείται τεχνητή, εφήμερη, εύθραυστη.
Η κοινωνική πτώχευση λοιπόν δεν αποτελεί καταστροφή, αλλά «επιτυχία», αφού λειτουργεί «σωφρονιστικά».
Εγκώμια στη διάλυση και καταστροφή είχαν διατυπωθεί κατά την κρίση του 1930. Αναβιώνουν σήμερα από τη συντηρητική πλευρά: ο Βρετανός πρωθυπουργός Κάμερον, συνεπικουρούμενος από Γερμανούς συντηρητικούς, διεκδικεί κατάρρευση των κοινωνικών υπηρεσιών, προκειμένου να εξαλειφθεί η «νοσηρή εξάρτηση» των ατόμων από το κράτος: «αποκαθίσταται έτσι η δημοσιονομική αυστηρότητα, ενθαρρύνεται η ατομική δράση, η δημιουργικότητα, η θετική στάση στη ζωή».
Ο Πολ Ράιαν, ηγέτης των Αμερικανών Ρεπουμπλικανών, διακηρύσσει, ότι «η ύφεση και η ανεργία αποφέρουν θετικά αποτελέσματα, ενθαρρύνουν δυναμισμό και επιχειρηματικό πνεύμα».
Ωστόσο, δεν αρκεί η θετική στάση των ατόμων στην κοινωνία, επιβάλλεται επίσης θετική στάση της κοινωνίας έναντι των ατόμων. Με την πολιτική της ύφεσης, η συνολική απασχόληση συρρικνώνεται, οι κοινωνικά δικτυωμένοι επιπλέουν, οι κοινωνικά αδύναμοι απορρίπτονται στο περιθώριο. Οι θυρωροί που κλείνουν τις πόρτες οικτίρουν για έλλειψη δυναμισμού όσους οι ίδιοι αποκλείουν. Σε πρόσφατη ομιλία του στο Ελσίνκι ο πρωθυπουργός απέδωσε τον εξτρεμισμό στο φαινόμενο της ανεργίας.
Ωστόσο, ακόμη μία φορά, τα πράγματα παρουσιάζονται αντεστραμμένα:
εξτρεμισμός δεν είναι η διεκδίκηση του δικαιώματος στη ζωή, αλλά η απόρριψη αυτού του δικαιώματος.
Η ανεργία δεν συνιστά επιλογή των ανέργων, αλλά εξτρεμιστική και παρακινδυνευμένη επιλογή του οικονομικού συστήματος, το οποίο φαντάζεται την επιδείνωση της ύφεσης και επέκταση της ανεργίας ως θετική προϋπόθεση για «εξυγίανση» της οικονομίας.
Ομως, όταν η οικονομία συρρικνώνεται και οι επενδύσεις αποσύρονται, τότε σβήνουν όχι μόνον οι μη βιώσιμες επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας, αλλά και οι βιώσιμες. Οταν η οικονομία καταφεύγει σε ανεύθυνες επιλογές, που εγκυμονούν εκρηκτικές «λύσεις», τότε ο εξτρεμισμός δεν βρίσκεται στις συνέπειες, αλλά στις επιλογές που τις προκαλούν.
Το κράτος θα όφειλε να παρεμβαίνει, προκειμένου να εκτονώνει τις εντάσεις, όχι να προσθέτει σε αυτές τις δικές του περικοπές δαπανών.
Ο Ρόμπερτ Σίλερ από το Γέιλ σημειώνει, ότι οι μοναχοί βρίσκουν το νόημα της ζωής στον ασκητισμό, οι στρατιωτικοί στη σκληραγωγία, για επαγγελματικούς λόγους. Ωστόσο, η απόσυρση του κράτους, η κατεδάφιση, η ύφεση και η ανεργία δεν σκληραγωγούν τα θύματα, αλλά τα αποτελειώνουν. Με τον κοινωνικό αποκλεισμό των ανέργων δεν βελτιώνεται ο δυναμισμός ούτε η απασχολησιμότητά τους.
Σε παρόμοιες συνθήκες, κάθε κοινωνικός δυναμισμός, απασχολησιμότητα και επιχειρηματικότητα καταπίπτουν· κατισχύει αντίθετα η κοινωνική κατάθλιψη και απόγνωση με εκτός ελέγχου συνέπειες. Η ευθύνη γι' αυτό δεν ανήκει στα θύματα, αλλά στους θύτες.
Οταν η Ελλάδα σήμερα αναφέρεται διεθνώς ως υπόδειγμα «ανθρωπιστικής καταστροφής», υπό την ασφυκτική επίβλεψη δανειστών και εταίρων, πόσο αξιόπιστη είναι η πρωθυπουργική διαβεβαίωση, ότι η χώρα μας εγκαθίσταται πλέον στον αστερισμό της ανάπτυξης;
Εάν, τουλάχιστον, η κοινωνική πανωλεθρία κατονομαζόταν με το όνομά της, έστω φραστικά, αυτό θα ήταν πειστικότερο.
ΠΗΓΗ: enet.gr