Τετρακόσια χρόνια μετά το θάνατό του, ο Καραβάτζιο έχει αναδειχθεί σε «σούπερσταρ» του 21ου αιώνα. Τα εντυπωσιακά, δραματικά... φωτισμένα και ρεαλιστικά έργα του απηχούν τις σύγχρονες ανησυχίες και αισθητική. Το ποινικό μητρώο του ζωγράφου, όμως, είναι κατά πολύ εκτενέστερο από εκείνα των σημερινών «κακών παιδιών» της ροκ μουσικής.
Νέα έκθεση εγγράφων στα κρατικά αρχεία της Ρώμης ρίχνει φως στην ταραχώδη ζωή του ζωγράφου στα τέλη ου 16ου και τις αρχές του 17ου αιώνα. Οι φιλίες του Καραβάτζιο, η καθημερινή του ζωή και οι συχνοί του καυγάδες -συμπεριλαμβανομένου και αυτού που του στοίχισε τη θανατική καταδίκη από τον Πάπα Παύλο ΣΤ'- περιγράφονται με λεπτομέρειες στα χειρόγραφα αρχεία τη αστυνομίας της εποχής, αλλά και πρακτικά δικαστηρίων της εποχής.
Τα έγγραφα σκιαγραφούν την εικόνα ενός οξύθυμου ανθρώπου, που κυκλοφορούσε οπλισμένος (ξίφος, μαχαίρι και καμιά φορά πιστόλι) χωρίς σχετική άδεια και συνήθιζε να επαίρεται, ότι απολάμβανε της προστασίας των εκκλησιαστικών αρχών. Απασχολούσε συχνά την αστυνομία, άλλοτε επειδή πέταξε ένα πιάτο αγκινάρες στο πρόσωπο σερβιτόρου ή γιατί άνοιξε τρύπα στην οροφή του νοικιασμένου του εργαστηρίου, ώστε να χωρέσουν οι τεράστιοι πίνακές του. Η σπιτονοικοκυρά του αποφάσισε να τον μηνύσει και ο Καραβάτζιο για να εκδικηθεί, έσπασε ένα βράδυ τα τζάμια της, πετώντας πέτρες από το δρόμο.
Τα περιστατικά αυτά περιγράφονται στα αρχεία χάρη σε διηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων.
Τα έγγραφα προσφέρουν νέα ερμηνεία του σοβαρού καυγά, στον οποίο ενεπλάκη ο Καραβάτζιο το Μάιο του 1606. Ο καυγάς, που είχε κανονιστεί εκ των προτέρων κατέληξε με το θάνατο του Ρανούτσιο Τομασόνι.
Αιτία της διένεξης δεν ήταν τα μάτια κάποιας ευειδούς Ρωμάνας, αλλά χαρτοπαικτικό χρέος. Ο Καραβάτζιο διέφυγε αμέσως μετά από τη Ρώμη, μεταβαίνοντας αρχικά στη Μάλτα και τέλος στη Σικελία, όπου συνέχισε να ζωγραφίζει για λογαριασμό εύπορων πελατών.
Τα έγγραφα ρίχνουν επίσης φως στο θάνατο του Καραβάτζιο στο Πόρτο Ερκολε, βόρεια της Ρώμης τον Ιούλιο του 1610. Αντίθετα με όσα υποστηρίζουν οι βιογράφοι του, ο Καραβάτζιο δεν πέθανε μόνος σε παραλία, κυνηγημένος από πιστωτές και αστυνομία. Στην πραγματικότητα, ο Καραβάτζιο πέθανε σε κρεββάτι νοσοκομείου. Στα 38 του χρόνια, ο Καραβάτζιο επέστρεφε στη Ρώμη, ελπίζοντας ότι οι πλούσιοι φίλοι του είχαν εξασφαλίσει χάρη για λογαριασμό του.
Τα αστυνομικά και δικαστικά αρχεία της εποχής χρειάστηκαν σημαντική συντήρηση, καθώς τμήματα του παπύρου είχαν αρχίσει να αποσυντίθενται.
www.kathimerini.gr με στοιχεία από BBC